Λουκάς Αξελός: Εκδοτική Δραστηριότητα και Κίνηση των Ιδεών στην Ελλάδα, Εκδόσεις Στοχαστής

2025-04-07
από τη Θέμιδα Παναγιωτοπούλου

Είναι απερίγραπτο το πόσο τυχερή νιώθω για την ενδιαφέρουσα συζήτηση που είχα με τον κ. Λουκά Αξελό, εκδότη των ιστορικών εκδόσεων Στοχαστής πριν από λίγες ημέρες. Μέσα στο σύνολο των βιβλίων που φρόντισα να προμηθευτώ από τις εκδόσεις, δέχτηκα ως δώρο και το βιβλίο του ''Εκδοτική Δραστηριότητα και Κίνηση των Ιδεών στην Ελλάδα'', από το οποίο και ξεκίνησα τη μελέτη μου, έτσι ώστε να δημιουργήσω την απαραίτητη συνέχεια του εποικοδομητικού διαλόγου που είχαμε.

Το βιβλίο αυτό που αποτελεί δεύτερη συμπληρωμένη έκδοση και περιλαμβάνει τόσο τον πρόλογο της δεύτερης όσο και της πρώτης έκδοσης, θα το χώριζα χοντρικά σε τρία μέρη. Το πρώτο αφορά την εκδοτική δραστηριότητα στην προδικτατορική περίοδο, το δεύτερο αναφέρεται στην κίνηση των ιδεών κατά την περίοδο του αντικοινοβουλευτισμού και το τρίτο μέρος χαρτογραφεί την εξέλιξη του βιβλίου στα χρόνια μετά τη μεταπολίτευση.

Πριν από κάποια χρόνια θυμάμαι είχα διαβάσει ένα άρθρο που αναφερόταν στη θεματική ένδεια των λογοτεχνικών κειμένων στην Ελλάδα. Ξεχώρισα ως κομβικά εμπόδια υπαίτια για την απουσία ανάδειξης των λογοτεχνικών έργων στο εξωτερικό, το γεγονός ότι η Ελλάδα για πολλά χρόνια υπήρξε υπόδουλο έθνος κατά συνέπεια άργησε να ανθίσει η έννοια της πεζογραφίας καθώς δεν υπήρχαν οι συνθήκες που θα ευνοούσαν μια τέτοια εξέλιξη σε σχέση με άλλα ευρωπαϊκά κράτη, δεν υπήρξε η χώρα μας αποικιοκρατική δύναμη ώστε να στηρίξει μεγάλο κομμάτι της λογοτεχνικής της παραγωγής πάνω σε μια θεματική πρώην αποικιοκρατικού ή αποικιοκρατούμενου κράτους και τέλος η επί χρόνια παραμονή του ελληνικού έθνους υπό τον οθωμανικό ζυγό, υπέδειξε μια τάση απομάκρυνσης από κείμενα που θα αντανακλούσαν οποιαδήποτε ιστορική συνάφεια με τον γειτονικό λαό, σαν μια προσπάθεια ανάδειξης μιας ξεχωριστής λογοτεχνικής ταυτότητας.

Στις σκέψεις εκείνες, έρχεται μετά από καιρό να προστεθεί η επιστημονική και ερευνητική δουλειά του κ. Αξελού, που μέσα από το βιβλίο του για την εκδοτική δραστηριότητα στη χώρα μας, συμπυκνώνει ένα χρονογράφημα της κίνησης των ιδεών στην Ελλάδα και της διαμόρφωσης των σχέσεων που έχουν δημιουργηθεί στο τοπίο των ελληνικών γραμμάτων.

Η κριτική που ασκεί ο κ. Αξελός είναι βαθιά, καίρια και αφοπλιστική γιατί δε φοβάται μην πληγώσει κανένα 'στρατόπεδο'.

Ας ξεκινήσουμε λέγοντας ότι κατά την προδικτατορική περίοδο διανοούμενοι μηνύονταν ή διώκονταν από τις αρχές γιατί κυκλοφορούσαν βιβλία χωρίς να έχουν προηγούμενη άδεια της αστυνομίας. Τα περισσότερα από τα λογοτεχνικά βιβλία που εκδίδονταν εκείνη την περίοδο, δεν είχαν περισσότερους από πενήντα ή εκατό πελάτες. Σε αυτό το  μη ελπιδοφόρο πλαίσιο, είναι κρίσιμο να σημειωθεί το φωτεινό παράδειγμα (που γίνεται πιο φωτεινό αν αναλογιστεί κανείς τους καιρούς) των εκδόσεων ''Ίκαρος'' που ουσιαστικά υπήρξε ο εκδοτικός οίκος των λογοτεχνικών κύκλων του Cafe Brazilian (σημερινό Clemente), που εξέδιδε Σικελιανό, Σεφέρη, Ελύτη, Γκάτσο, Μόραλη και άλλους διανοητές. Αντίστοιχες φωτεινές εξαιρέσεις οι εκδόσεις 'Γαλαξίας' που προώθησαν το βιβλίο τσέπης και οι εκδόσεις 'Θεμέλιο', που δημιουργήθηκε σαν κομματικός εκδοτικός οίκος της ΕΔΑ και επιχείρησε να υπερβεί τη σταθερά του σοσιαλιστικού ρεαλισμού ανοίγοντας την προβληματική. 

Η προσπάθεια αυτών των εκδοτικών οίκων είναι άκρως σημαντική συγκριτικά με το υπό διαμόρφωση κοινωνικό πλαίσιο εκείνης της εποχής. Ένας τεράστιος όγκος πρώην αγροτών εισέρχεται βίαια και διαμορφώνει τη σύγχρονη μικροαστική υποκουλτούρα ή μάλλον συγχωνεύεται και υιοθετεί το καταναλωτικό πρότυπο μη διαθέτοντας επαρκή κριτήρια για να αντιταχθεί και αδυνατώντας να βρει ως εναλλακτική πρόταση το αναπτυξιακό πρότυπο της αριστεράς. Πρόκειται για τη σύγχρονη νεοελληνική 'πολιτιστική' πραγματικότητα των σκυλάδικων, της κακογουστιάς και τη συγκρότηση της σύγχρονης τσιμεντοκυψέλης. 

Ακολουθεί η περίοδος του αντικοινοβουλευτικού πραξικοπήματος του 1967 με χαρακτηριστικό γνώρισμα στις πρώτες μετά το πραξικόπημα εκδοτικές απόπειρες το βάρος της αριστεράς στο χώρο του βιβλίου, αφού δεν είναι παρά γεγονός, ότι οι φορείς, συγγραφείς, εκδότες, βιβλιοπώλες, πλασιέδες, τυπογράφοι και όσοι ακόμα θα μπορούσαν να ασχολούνται με τον κύκλο ζωής ενός βιβλίου είναι στη συντριπτική πλειοψηφία αριστεροί. Την περίοδο εκείνη δημιουργείται μια μετάβαση από τον κεντρικό κορμό εκδόσεων πολιτικών και πολιτιστικών που προέρχονταν από τον κύριο πολιτικό φορέα στις εκδόσεις του πολιτικοποιημένου - διανοούμενου εκδότη. Στα μέσα του 1968 κυκλοφορεί ο Δράκος του Σβαρτς από τις εκδόσεις Κάλβος ενώ το 1969 ακολουθούν τα Κείμενα του Ρήγα Βελεστινλή από τις εκδόσεις Στοχαστής. Το 1970 οι εκδόσεις Επικαιρότητα εκδίδουν το Επεισόδιο στο Βισύ του Άρθουρ Μίλλερ και οι εκδόσεις Νέοι Στόχοι τα Ποιήματα του Ζακ Πρεβέρ. 

Ωστόσο, η παθογένεια της ιδιότυπης μητροπολιτικής κοινωνίας που συνιστά την ελληνική πραγματικότητα, πέφτει θύμα του μεταπρατισμού, ρίχνεται με μανία στη μετάφραση ξένης λογοτεχνίας, ως κυρίαρχης απάντησης στην αδυναμία να εκκολαφθεί ένας εγχώριος ριζοσπαστικός πολιτικός λόγος, που θα μπορούσε να εκφράσει το υπό διαμόρφωση κοινωνικό και πολιτικό τοπίο και να οδηγήσει σε πιθανές λύσεις του. Στο σημείο αυτό ο κ. Αξελός είναι ξεκάθαρος. Δε σημαίνει ότι σημαίνοντες ξένοι συγγραφείς δεν έπρεπε να μεταφραστούν και να τους γνωρίσει το ελληνικό αναγνωστικό κοινό, θα έπρεπε αυτό όμως να έχει προκύψει ακολούθως της διαμόρφωσης της λογοτεχνικής μας ταυτότητας ως λαού και αυτό δεν είναι προγονοπληξία αλλά συνείδηση του ποιοί είμαστε τελικά.

Ίσως το πιο επιτακτικό στοίχημα για την ελληνική πολιτική ταυτότητα και κατ'επέκταση τη λογοτεχνική παραγωγή στην Ελλάδα να ήταν εκείνο που χάθηκε όταν απέτυχε η αριστερά (που ήταν εκείνη που έθεσε ουσιαστικά τη βάση για τη λογοτεχνική παραγωγή στη χώρα μας), να αντιτάξει στο πρόταγμα της κοινωνικής και πολιτικής ομοψυχίας που είχε αναδειχθεί στα χρόνια της μεταπολίτευσης θεμελιώδης αξία, μια ουσιαστική εναλλακτική πρόταση. Η αφομοίωση της αριστεράς στο μεσοστρωματικό χώρο, υπονόμευσε σε μεγάλο βαθμό τις εξελίξεις της βιβλιοπαραγωγής αλλά και την κρίση του πολιτικού βιβλίου που μεσουρανούσε την περίοδο 1974-1977.

Φτάνοντας στη δεκαετία του 1980, γίνεται εμφανής μια μετατόπιση του αναγνωστικού κοινού το οποίο έχει ως σημείο αναφοράς τον αρνητικό προσδιορισμό σε σχέση με ό,τι είχε συντελεστεί ως τότε. Το πολιτικό βιβλίο υποχωρεί και η σκυτάλη δίνεται στη λογοτεχνία, φυσικά χωρίς να αποφεύγεται η στροφή στα εξωτερικά δάνεια και τον μεταπρατισμό. 

¨Όσο προχωρούν οι εποχές και τα χρόνια περνούν, η κατάσταση χειροτερεύει αντί να βελτιώνεται. Οι εκδοτικοί οίκοι φυτρώνουν σαν μανιτάρια χωρίς να έχουν καμία σχέση με τη λογική των εκδοτικών οίκων που επιχείρησαν άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο επιτυχημένα να προωθήσουν ιδέες στη βάση συγκεκριμένων αξιών. Άτομα που στην πλειοψηφία τους δεν έχουν διαβάσει έγιναν εκδότες. Αποδίδοντας δικαιοσύνη  θα μπορούσαμε στην καλύτερη περίπτωση να τους ονομάσουμε χαρτοτυπωτές λέει εύστοχα ο συγγραφέας. Ο νέος τύπος μεταλλαγμένου εκδότη δεν είναι μόνο πραγματικότητα αλλά και απειλή για το βιβλίο. Είναι αυτός που απομακρύνεται από τον άξονα των ποιοτικών κριτηρίων που υιοθέτησαν εκδότες της προδικτατορικής περιόδου σαν τους Γκοβόστη,  Ελευθερουδάκη,  Κολλάρο, Γαλαξία, Θεμέλιο αλλά και τους συνεχιστές τους στα χρόνια του αντικοινοβουλευτισμού Κάλβο, Στοχαστή, Επικαιρότητα, Κείμενα και Νέους Στόχους...

Η μελέτη του κ. Λουκά Αξελού είναι χρήσιμη όχι μόνο για όσους βρίσκονται στο χώρο των εκδόσεων αλλά και για όλους τους αναγνώστες που θα ενδιαφέρονταν να σταθούν κριτικά απέναντι στον ίδιο τους τον εαυτό, και πιθανώς να κατανοήσουν τόσο τις αναγνωστικές επιλογές τους όσο και τη σημερινή τους ταυτότητα σε σχέση με τους αναγνώστες άλλων κρατών...


Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα!