Joseph Roth: Η κρύπτη των Καπουτσίνων, Εκδόσεις Άγρα
από τη Θέμιδα Παναγιωτοπούλου
'Η Κρύπτη των Καπουτσίνων', θεωρείται συνέχεια του Εμβατηρίου του Ραντέτσκυ, καθώς παρακολουθούμε το βίο ενός εξαδέλφου του Γιόζεφ Τρόττα, που ακολουθεί τον τελευταίο στον πόλεμο, συλλαμβάνεται άδοξα και εξορίζεται στη Σιβηρία. Λαμβάνει χώρα ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος και ακολουθεί η οριστική παρακμή της Αυστροουγγαρίας, μια παρακμή που όπως έχω αναφέρει και σε άλλα έργα του Γιόζεφ Ροτ, υπήρξε το εφαλτήριο και της δικής του πτώσης. Ποιος νοήμων άλλωστε άνθρωπος με εβραική καταγωγή, δε θα φοβόταν να ζει στο πλαίσιο ενός έθνους κράτους όπου θα καλείτο να αποδεικνύει την ταυτότητά του; Η αχανής αυστροουγγρική αυτοκρατορία, εντός της οποίας συνυπήρχε πλήθος εθνοτήτων, δεν επέβαλλε τον προσδιορισμό της ατομικής ταυτότητας...
Ο Φραγκίσκος Φερδινάνδος Τρόττα, έχοντας βαφτιστεί με το όνομα του πρώην αρχιδούκα της Αυστροουγγαρίας, ως ένδειξη πίστης του πατέρα του στην ανώτατη αρχή, είναι ένας άλλος άνθρωπος πριν τον πόλεμο και ένας δεύτερος μετά από αυτόν. Ο Γιόζεφ Ρότ, καταφέρνει να αποτυπώσει με τεράστια δεξιοτεχνία, την αλλαγή αυτή του σκηνικού. Ο εξάδελφος του Γιόζεφ Τρόττα, ζει τη ζωή του απερίσκεπτα με τους φίλους του, διασκεδάζει, δεν υπολογίζει τα χρόνια που πρόκειται να ακολουθήσουν στον ευρωπαικό χώρο. Επιστρέφοντας όμως από τον πόλεμο και την εξορία του, ζώντας στο σπίτι μαζί με τη μητέρα του η οποία κάποια στιγμή πεθαίνει και τη γυναίκα του που τον εγκαταλείπει, νιώθει παρείσακτος, αδυνατεί να πιάσει τη ζωή από εκεί που την είχε αφήσει, γιατί τα πάντα έχουν πια αλλάξει.
Στην παρούσα καλοτυπωμένη έκδοση από την Άγρα, περιλαμβάνεται και το γράμμα αποχαιρετισμού στον Γιόζεφ Ρότ, από τον επιστήθιο φίλο του Στέφαν Τσβάιχ. Ο Στέφαν Τσβάιχ, τονίζει το γεγονός ότι ο Ρότ, προστάτεψε τη γερμανική γλώσσα ζώντας σε μια επαρχιακή κωμόπολη κοντά στα ρωσικά σύνορα, και γράφοντας στη γερμανική γλώσσα με λόγιο ύφος, χρησιμοποιώντας δηλαδή τα hoch deutsch. Παρόλα αυτά, κατασυκοφαντήθηκε από τους Γερμανούς ναζί, ως αρνητής του γερμανικού πολιτισμού...
Ζώντας ζωή νομαδική, περιπλανώμενος από ξενοδοχείο σε ξενοδοχείο, τα άγρια χρόνια που ακολούθησαν το διωγμό των Εβραίων, αφήνει να φανεί η πεμπτουσία της αγωνίας του στο πρόσωπο του Φερδινάνδου Τρόττα, όταν πια μην έχοντας ελπίδα και σκοπό δεν έχει πού να πάει, προσπαθεί να βρει καταφύγιο στην Κρύπτη των Καπουτσίνων, όμως είναι πια αργά...
''...Πάνω από τα άγνωστα σταυροδρόμια χάραζε γκρίζα η αυγή. Φυσούσε ανάλαφρος ο αέρας κι έκανε τα γέρικα φανάρια να λινίζονται-εκείνη τη νύχτα δεν είχαν ακόμα σβήσει. Περπάτησα στους άδειους δρόμους, μ'ένα ξένο σκυλί πίσω μου να με ακολουθεί πεισματικά. Για πού; Δεν ήξερε.
Δεν το ήξερα ούτε εγώ.
Η Κρύπτη των Καπουτσίνων, όπου οι αυτοκράτορές μου αναπαύονται εν ειρήνη, θαμμένοι σε πέτρινες σαρκοφάγους, ήταν κλειστή. Ο καλόγερος που μου άνοιξε ρώτησε: "Τί θα θέλατε;''
Θέλω να μπω, να επισκεφθώ τον τάφο του αυτοκράτορά μου, του Φραγκίσκου Ιωσήφ, απάντησα.
Ο Θεός να σας ευλογεί! είπε ο καλόγερος και σηκώνοντας το χέρι του με σταύρωσε.
Ζήτω ο...! φώναξα.
Σσσστ! είπε ο καλόγερος.
Πού να πάω τώρα εγώ, ένας Τρόττα;...-''