Γκιταντζαλί Σρι: Τάφος στην Άμμο, Εκδόσεις Καστανιώτη
από τη Θέμιδα Παναγιωτοπούλου
Η Γκιταντζαλί Σρι γεννήθηκε στη Βόρεια Ινδία το 1957, ενώ σήμερα συγκαταλέγεται στις σημαντικότερες πεζογράφους της χώρας της. Ζει στο Νέο Δελχί. Στο ''Τάφος στην Άμμο'', παρακολουθούμε τη ζωή μιας ογδοντάχρονης γυναίκας που βυθισμένη στο πένθος από την απώλεια του συζύγου της, μοιάζει να έχει χάσει κάθε όρεξη για ζωή, μέχρι τη στιγμή που θα μετατραπεί σε 'δέντρο ευχών'...Τότε σαρώνοντας κάθε κοινωνικό κανόνα, αρχίζει μια σειρά αντισυμβατικών επιλογών που προκαλεί αναστάτωση.
Η 'Μαμά', συνομιλεί με μια χίτζρα (άτομο του τρίτου φύλου), η οποία τη συμβουλεύει τακτικά γύρω από διάφορα ζητήματα. Η 'Μαμά' ταξιδεύει μέχρι το Πακιστάν, ερχόμενη αντιμέτωπη με το τραύμα του ξεριζωμού και του διαχωρισμού της Ινδίας. Μέσα στο ιστορικό αυτό πλαίσιο, ξεπηδούν διάφορα καυτά ζητήματα συναφή με το φεμινισμό, την οικογένεια, τη μητρότητα και τα διάφορα κοινωνικά στερεότυπα.
Δε γίνεται διαβάζοντας τη Γκιτάντζαλι Σρι να μη φέρει κανείς στο μυαλό το μυθιστόρημα του Σουηδού Jonas Jonasson ''Ο εκατοντάχρονος που πήδηξε από το παράθυρο και εξαφανίστηκε''. Όπως και στον εκατοντάχρονο έτσι και στην ογδοντάχρονη 'Μαμά', η οικογένειά της αποφασίζει να της κάνει ένα τεράστιο πάρτι με αναρίθμητους καλεσμένους γνωστούς και μη, προκειμένου να της τονώσουν τη διάθεση μετά το θάνατο του συζύγου της και να σηκωθεί από το κρεβάτι. Αξιοσημείωτη είναι στο σημείο αυτό, η προσπάθεια της μητέρας να πάρει κουράγιο και να σηκωθεί, καθώς και η δυσκολία αυτού του εγχειρήματος, ειδικά μετά από τα 'βέλη που έχουν προκαλέσει ένα σωρό μικρές τρυπούλες στην πλάτη της Μαμάς', από τις προσβολές και τα νεύρα όλων των μελών της οικογένειας διαχρονικά.
Τελικά όμως η 'Μαμά', καταφέρνει να σταθεί στα πόδια της, και το ξάφνιασμα όλων των συγγενών, με τις μετέπειτα επιλογές ζωής της, είναι αναπόφευκτο. Το γοητευτικό στοιχείο αυτής της εξιστόρησης, η οποία πραγματοποιείται μέσα από μια άκρως ποιητική πρόζα με θεατρικά στοιχεία, είναι ότι η φωνή της χώρας ακούγεται αυθεντικά. Με αυτό εννοώ, ότι είναι πολύ πιο συναρπαστικό να διαβάζεις για την Ινδία και τα πατροπαράδοτά έθιμά της, μέσα από τη γραφή μιας Ινδής, παρά μέσα από τη γραφή δυτικών που βίωσαν και αγάπησαν την Ινδία, όπως για παράδειγμα ο Rudyard Kipling ή ο κορυφαίος Antonio Tabbuchi με το έπος του 'Νυχτερινό στην Ινδία'.
Η θεατρικότητα της Γκιτάντζαλι Σρι, είναι ασύλληπτη και εντελώς πρωτότυπη. Δε συγκρίνεται με τίποτα που έχουμε διαβάσει ως τώρα. Πρόκειται για μια αφήγηση που θυμίζει παραμύθι με ανιμιστικά στοιχεία, ή ένα θεατρικό έργο με φολκλορικά χαρακτηριστικά. Στοιχεία της φύσης αποκτούν ανθρώπινη μορφή, μοιάζοντας να βρίσκονται σε μια διαρκή συνδιαλλαγή με τους κεντρικούς ήρωες. Η πρόζα αυτή, μετατρέπεται στο μυαλό των αναγνωστών, σε ταινία animation, όμοια με το 'Περσέπολις' της Μαρζάν Σατραπί, ή το 'Βάλς με τον Μπασίρ' του Άρι Φόλμαν.
...''Οι οικογένειες είναι κάπως σαν την πόλη του Δελχί. Έχουν στριμωξίδι τσαπατσουλιά πατίκωμα σκόρπισμα ακαταστασία αρπάγματα κλοτσοπατινάδες τσαμπουκάδες. Είναι παλιές: Σικάντερ Λόντι. Ή αρχαίες: Ίντρα - πραστά. Αστραφτερά πολυκαταστήματα ορθώνονται πλάι σε λιγδιάρες παραγκουπόλεις. Και από πάνω κι απο κάτω απλώνονται λωρίδες της γης και του ουρανού, που καμιά φορά κρεμιούνται από τις σκονισμένες γιορτινές γιρλάντες, που στολίζουν τα ηλεκτρικά και τα τηλεφωνικά καλώδια, και όταν κάποιος που έχει στο κεφάλι του αέρα κοπανιστό πάει και στέκεται πολύ κοντά, το ρεύμα τον τινάζει και βλέπει τον ουρανό σφοντύλι. Όμως, ούτε αυτό αρκεί για να καθαρίσει ο αέρας της πόλης ή για να μειωθεί ο πληθυσμός. Η πόλη του Δελχί και η οικογένεια: αγέραστες αειθαλείς αεικίνητες ακατάβλητες εκρηκτικές...''
Σε όλη τη διάρκεια της αφήγησης, η Γκιτάντζαλι Σρι, προερχόμενη από τη χώρα που έκανε σημαία της, τη disruptive technology, καταδεικνύει μία αντίθεση. Την αντίθεση της ινδικής διανόησης, ή καλύτερα την αντίστασή της, απέναντι στον οδοστρωτήρα αφομοίωσης που συνιστά η δυτική κουλτούρα. Οι άνθρωποι 'χωρίς χρώμα', όπως αποκαλεί η συγγραφέας τους δυτικούς, θεώρησαν ότι είναι ανώτεροι από τους ανθρώπους 'με χρώμα'. Η Ινδία, ο τεχνολογικός παράδεισος της Ασίας, ισορροπεί πάνω σε μια λεπτή ισορροπία: την ινδουιστική παράδοση χιλιάδων ετών αφενός, και την τεχνολογική πρόοδο αφετέρου, η οποία λειτουργεί περισσότερο σα δεξαμενή εξαγωγής προϊόντων, παρά ως δύναμη ικανή να επηρεάσει τα πλήθη των πυκνοκατοικημένων περιοχών της Ινδίας.